φελλομάννα

φελλομάννα
η поплавок (рыболовной сети)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φελλομάννα" в других словарях:

  • φελλομάννα — η, Ν ναυτ. καθένα από τα μεγάλα τεμάχια φελλού τα οποία προσδένονται στα αλιευτικά δίχτια. [ΕΤΥΜΟΛ. < φελλός + μάννα] …   Dictionary of Greek

  • μάννα — Ονομασία τροφής την οποία, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, έστειλε ο Θεός στους Εβραίους κατά την περιπλάνησή τους στην έρημο του Σινά. Λέγεται ότι η λέξη προήλθε από τη φράση «μαν χου» (= τι είναι αυτό;) με την οποία υποδέχτηκαν οι Ιουδαίοι τη θεϊκή… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»